Ζυλ Συπερβιέλ - Τέσσερα ποιήματα


Παρατηρητήριο 

Του κόσμου το πλατύτερο ποτάμι 
Μου έκρυβε τα χέρια και τα μάτια σας 
Η καρδιά μου έγινε δίχως να το γνωρίζει 
Ένα νησί κάτω από τα βαθιά νερά ,
Δεν τολμούσε ν' αποκαλυφθεί . 

Αργότερα είσαστε τόσο κοντά 
Που άκουα τη σιωπή σας 
Όπως ακούει στο ακρόδασο ,
Μόνο το τελευταίο δέντρο .
Βλέπατε ένα σημείο τ' ουρανού . 

Και τώρα εγώ δεν είμαι πια 
Παρά νύχτα στον αρχαίο σας δρόμο ,
Μα κι εσείς μήπως δε γίνατε 
Ο αστρονόμος ενός άλλου κόσμου 
Που με τα κιάλια του με παρακολουθεί;


 Χτες και σήμερα

Όλο το δάσος καρτερά να κατεβάσει το άγαλμα το σηκωμένο 
χέρι του .
Αυτό θα γίνει σήμερα . 
Χτες είχανε σκεφτεί πως αυτό θα γίνονταν χτες . 
Σήμερα βεβαιωθήκανε , κι οι ρίζες ακόμα το ξέρουνε 
Αυτό θα γίνει σήμερα . 


Ο καημός της γης 

Μια μέρα σαν θα πούμε : " Ήταν ο καιρός του ήλιου,
Θυμόμαστε φώτιζε και το πιο μικρό κλαδί ,
Και τη γερασμένη γυναίκα όσο και την εκστατική παιδούλα , 
Ήξερε να δίνει στ' αντικείμενα το χρώμα τους μόλις απάνω τους ακουμπούσε ,
Ακολουθούσε το άλογο καθώς έτρεχε και σταματούσε μαζί του,
Ήταν ο αλησμόνητος καιρός που βρισκόμαστε στη Γη ,
Κοιτάζαμε περίγυρα με τα μάτια μας που γνωρίζανε 
Τ' αυτιά μας καταλάβαιναν την κάθε απόχρωση του αιθέρα ,
Κι όταν το βήμα του φίλου προχωρούσε το ξέραμε ,
Μαζεύαμε ένα λουλούδι όπως ένα γυαλιστερό χαλίκι , 
Τον καιρό που δεν μπορούσαμε ν' αδράξουμε τον καπνό...
Α! Είναι το μόνο που τα χέρια μας θα πιάνανε τώρα " . 


  
Ν' αδράχνεις  
Ν' αδράχνεις , ν' αδράχνεις το βράδυ ,το μήλο , και το άγαλμα 
Ν' αδράχνεις τη σκιά και τον τοίχο και την άκρη του δρόμου .

Ν' αδράχνεις το πόδι , το λαιμό μιας πλαγιασμένης γυναίκας 
Κι ύστερα ν ' ανοίγεις τα χέρια . Πόσα αφησμένα πουλιά ,

Πόσα χαμένα πουλιά που γίνονται ο δρόμος 
Ο ίσκιος , ο τοίχος , το βράδυ , το μήλο και το άγαλμα !

Μετάφραση : Ανδρέας Καραντώνης 



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις